Κατά το διάστημα 7/11/2020-30/11/2020 το γραφείο θα λειτουργεί κανονικά (κατόπιν ραντεβού) σύμφωνα με τα προβλεπόμενα μέτρα για την αποφυγή διασποράς του ιού Covid-19. Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να βρείτε χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την μετάβασή σας. 




 Οδηγίες σχετικά με την επίσκεψη στον Ψυχολόγο κατά τη διάρκεια του διαστήματος

 απαγόρευσης κυκλοφορίας στα πλαίσια των μέτρων αναχαίτισης της διασποράς του

 Covid-19





                                       Ο ΜΕΝΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΕΝΟΥΝ ΣΠΙΤΙ....





Αν μένεις κι εσύ στο σπίτι και αναρωτιέσαι πώς μπορεί να είναι αυτή η εμπειρία του εγκλεισμού για τον Μένιο και τον Λευτέρη, τους ήρωες του βιβλίου ' Πώς έλυσα το μεγάλο μυστήριο του Λευτέρη' δεν έχεις παρά να επισκεφτείς την σελίδα των Εκδόσεων Κομνηνός και να διαβάσεις τις νέες τους ιστορίες σε πέντε συνέχειες!!



Μέρος 1/5

Μέρος 2/5

Μέρος 3/5

Μέρος 4/5

Μέρος 5/5





Η πρώτη μέρα του Μένιου στο σχολείο ξεκινά με ένα μεγάλο μυστήριο!

Ποιος είναι ο Λευτέρης;
Γιατί συμπεριφέρεται κάπως παράξενα;

Έλα κι εσύ να βοηθήσεις τον Μένιο να λύσει το μεγάλο μυστήριο του Λευτέρη την Παρασκευή 30 Νοεμβρίου στις 18:30 στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Καστοριάς

Το μόνο που θα χρειαστείς είναι τη δύναμη του μυαλού και της καρδιάς σου! Το ‘χεις;

Ένα απόγευμα για τους μικρούς φίλους της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καστοριάς αφιερωμένο στη διαφορετικότητα μέσα από δραματοποίηση και άλλες δραστηριότητες βασισμένες στο βιβλίο των Εκδόσεων ΚΟΜΝΗΝΟΣ ‘ΠΩΣ ΕΛΥΣΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΛΕΥΤΕΡΗ’ της Αλεξάνδρας Κόλκα.

Συντονιστές: Αλεξάνδρα Κόλκα, Χαριτίνη Αναστασιάδου
Δραματοποίηση: Γεωργία Τούφα






Δουλεύοντας εδώ και δέκα περίπου χρόνια με ανθρώπους, ακούγοντας τις πολύ προσωπικές τους ιστορίες, τους κόμπους, τις αγωνίες, τα όνειρα και τις ελπίδες τους καθώς παλεύουν άλλοι να ‘χτίσουν’, άλλοι να αποδεχτούν, άλλοι να δηλώσουν και άλλοι να προασπίσουν την παρουσία τους (ή και όλα τα παραπάνω μαζί) , αυτό που με έμαθαν είναι να μην ξεχνώ να ακούω και να ‘βλέπω’ και αυτές τις ίδιες τις απουσίες:

Υπάρχουν απουσίες ξεχασμένες, απουσίες που πληγώνουν, απουσίες εσκεμμένες, απουσίες αθέλητες, απουσίες μυστικές, απουσίες βολικές, απουσίες βαθιές, απουσίες τρομακτικές, απουσίες, απουσίες, απουσίες....

Κάθε φορά ανακαλύπτω παρουσίες μέσα στις απουσίες και απουσίες μέσα στις παρουσίες.

Κάθε φορά είναι η απουσία που δίνει την ουσία στην παρουσία.




Η πρώτη ημέρα του Μένιου στο σχολείο ξεκινά με ένα μεγάλο μυστήριο.

Ο νέος του συμμαθητής, ο Λευτέρης, συμπεριφέρεται κάπως παράξενα! Μήπως είναι κακός; Μήπως είναι χαζός; Μήπως είναι τρελός; Θα καταφέρει ο Μένιος να λύσει το μυστήριο αυτού του περίεργου παιδιού, χρησιμοποιώντας όχι μόνο όσα βλέπουν τα μάτια του αλλά και τη δύναμη του μυαλού και της καρδιάς του;








Ένα μήνυμα για τους μεγάλους

Το παραμύθι που κρατάτε στα χέρια σας γράφτηκε με μοναδικό σκοπό η ιστορία και οι πρωταγωνιστές του να πάψουν να μοιάζουν «ξένοι», ασυνήθιστοι. Γράφτηκε για να γίνει κατανοητό, πως η συμπεριφορά ενός αγοριού που σε πρώτη ματιά μοιάζει περίεργη, είναι η συνηθισμένη συμπεριφορά ενός συνηθισμένου αγοριού. Αν την προσέξουμε, αν επιδιώξουμε να την καταλάβουμε, θα έχουμε κάνει ένα ουσιαστικό βήμα, θα έχουμε βρει επιτέλους τα λόγια που μας λείπουν, ώστε να βοηθήσουμε τους μαθητές μας, τους μικρούς μας φίλους, τα παιδιά μας να καταλάβουν το πώς είναι να ζει κάποιος με αυτισμό, όπως όλοι μας, ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους. Δίχως να χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε λέξεις-ταμπέλες, που αντί να γίνονται αφορμή συνάντησης, συχνά καταντούν μέσα αποξένωσης ονείρων, επιθυμιών και τελικώς ανθρώπων.


  Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να είσαι λιοντάρι;
       
 Πώς να αντιμετωπίσεις τους ‘δράκους’ που σου ‘ανεβαίνουν στο κεφάλι’;

   Τι συμβαίνει όταν νιώθεις σαν ‘την μύγα μέσα στο γάλα;’

   Είσαι ο μόνος/η μόνη που πατάει μπανανόφλουδες;

Ένα πρωτότυπο ομαδικό πρόγραμμα για μαθητές Β’, Γ’ και Δ΄ Δημοτικού με κύρια μέσα τη φαντασία, το παιχνίδι και τη δημιουργικότητα και βασικό στόχο να μάθουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας για αυτό που ήταν, αυτό που είναι και αυτό που θα είναι καθώς μοιραζόμαστε στιγμές με συνομηλίκους!

Για επιπλέον πληροφορίες στο τηλέφωνο 6978 774 179

Εγγραφές:  μέχρι και 20 Σεπτεμβρίου

Προσοχή: Περιορισμένος αριθμός μελών (έως 8 μέλη)

Έναρξη: Τετάρτη 3 Οκτωβρίου

Αλεξάνδρα Κόλκα
Ψυχολόγος, Διδάκτωρ του London School of Economics & Political Science
 

Ας ξεκινήσουμε με ένα ανέκδοτο. Μία από εκείνες τις χαριτωμένες ιστορίες που αρχικά μας κάνουν να γελάσουμε και στη συνέχεια μας βάζουν σε σκέψεις. Να το λοιπόν το ανέκδοτο:


Οι ερωτήσεις, λέει που κάνει ένα παιδί στην μαμά του:

Μαμά που είναι το παντελόνι μου;

Μαμά πότε θα φάμε;

Μαμά πότε θα φύγουμε;

Μαμά τι ώρα τελειώνεις;

Μαμά μπορείς να έρθεις σε παρακαλώ;

Μαμά που έβαλα την τσάντα μου;

Μαμά πώς γράφεται αυτή η λέξη;

Μαμα, μαμά κ.ο.κ.

Και οι ερωτήσεις που κάνει ένα παιδί στον πατέρα του, δηλαδή η εξής μία:

Μπαμπά, πού είναι η μαμά;

Είναι μια μεγάλη αλήθεια που κρύβει μέσα του αυτό το ανέκδοτο. Όντως το βρέφος έρχεται στη ζωή προγραμματισμένο να αφεθεί στη φροντίδα και τα χέρια κάποιου, συνήθως της μητέρας ή όποιου άλλου έχει αυτόν τον ρόλο. Αυτού του κάποιου που δίχως να το τραυματίσει θα εμπεριέξει τις διεγέρσεις του και θα δημιουργήσει ένα ρυθμό μαζί του. Στην αρχή αυτός ο ρυθμός είναι πολύ έντονος και συνεχής, δίχως παύσεις. Στην αρχή το βρέφος έχει ανάγκη να βιώσει μια ικανοποιητική ενότητα με την μητέρα του προκειμένου να δημιουργηθεί μέσα του η πεποίθηση ότι είναι άξιο αγάπης καθώς και ότι είναι παντοδύναμο, ότι μπορεί δηλαδή να καταφέρει τα πάντα. Αυτό το βίωμα είναι πολύ σημαντικό προκειμένου να δημιουργήσει αναπαραστάσεις ενός ασφαλούς και φιλικού περιβάλλοντος (Winnicott, 2003).

Σε αυτή τη φάση ο πατέρας υπάρχει μέσα στην μητέρα. Μέσα στην μητέρα καθώς αρχικά είναι σαν ένα σώμα με δύο κεφάλια, όπως μας λέει και η Ντολτό. Αυτό που βοηθά το παιδί να κάνει τον διαχωρισμό ανάμεσα στα δύο αυτά πρόσωπα είναι ο ρυθμός που αλλάζει, άλλον έχει η μητέρα και άλλον ο πατέρας. Ακόμη όμως και έτσι ο πατέρας υπάρχει για το βρέφος στην αρχή μέσα στην μητέρα.

Τι γίνεται όμως όταν το βρέφος αρχίζει να μεγαλώνει και μπορεί πια από μόνο του να ικανοποιεί μέρος των αναγκών του; Τι γίνεται δηλαδή όταν μπορεί να πιάσει μόνο του διάφορα αντικείμενα και να τα βάλει στο στόμα του ή να μπουσουλήσει ή να περπατήσει; Τι θα συμβεί αν η μητέρα αυτή επιμένει να συνεχίζει με τον ίδιο αρχικό ρυθμό τη σχέση τους; Τότε τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα για αυτό το βρέφος καθώς ποτέ δεν θα καταφέρει να λειτουργήσει ως ένα υποκείμενο, ένα άτομο δηλαδή, ξεχωριστό και μοναδικό με τα δικά του όνειρα, τις δικές του επιθυμίες. Θα ζει πάντα μέσα στην μητέρα του, εγκλωβισμένο στη δική της ύπαρξη, καταδικασμένο να ενεργεί για εκείνη ως ο εργάτης των δικών της ονείρων.

Κι εδώ είναι που πρέπει να αναγνωριστεί η σημαντική λειτουργία του πατέρα. Ο πατέρας είναι αυτός που έρχεται να σώσει το βρέφος και να το βοηθήσει να εξελιχθεί σε ένα αυτόνομο παιδί και αργότερα σε έναν ανεξάρτητο ενήλικα. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει η μητέρα να αναγνωρίσει τον πατέρα, να τον βάλει μέσα στις διηγήσεις της στο παιδί, στα συναισθήματά της, να του επιτρέψει να μπει στην καθημερινότητά του. Ο πατέρας είναι αυτός που με την παρουσία του βοηθά το παιδί να αντιληφθεί την απουσία της μητέρας και επομένως να καταλάβει ότι είναι ένα άτομο ξεχωριστό από εκείνη. Ο πατέρας δηλαδή σώζει!

Κι αυτή η σωτηρία συντελείται μέσα από την πρώτη και πιο σημαντική απαγόρευση.; Είναι σαν ο πατέρας να λέει στο παιδί: ‘Κοίταξε να δεις, αυτή είναι η δική μου γυναίκα και όχι η δική σου. Καιρός να βρεις έναν άλλον τρόπο να ικανοποιείς τον εαυτό σου!’. Όσο λιγότερο βίαια μετουσιώσει ο πατέρας αυτή την απαγόρευση τόσο μεγαλύτερη πίστη έχει το παιδί στον εαυτό του ότι μπορεί να τα καταφέρει και μόνο του. Πώς όμως γίνεται αυτό;

Την ίδια στιγμή που θέτει την απαγόρευση την ίδια στιγμή ο πατέρας ανοίγει το παιδί προς τον έξω κόσμο, στον κόσμο της εξερεύνησης, στον κόσμο της φαντασίας, στον κόσμο της δημιουργίας. Είναι σαν να λέει το παιδί: Αφού δεν μπορώ να έχω αυτό που θέλω θα ψάξω αλλού να το βρω! Και μαζί με αυτό που ψάχνει βρίσκει και άλλα πράγματα που εμπλουτίζουν τις εμπειρίες του και διευρύνουν τον εαυτό του. Δεν είναι πια μόνο το παιδί της μαμάς του.

Διαβάζω σε ένα παιδικό παραμύθι (Σ’ αγαπώ μπαμπά, εκδόσεις susaeta):

Σ’ αγαπώ μπαμπάκα γιατί όταν με σηκώνεις ψηλά νομίζω πως μπορώ να αγγίξω τα σύννεφα.

Όταν πάμε μαζί βόλτα στο δάσος μου δείχνεις τον δρόμο για τα πιο απίθανα μυστικά μέρη.

Σ’ αγαπώ, μπαμπά, γιατί μου μαθαίνεις να ψαρεύω στα ρηχά νερά του ποταμού.

 Κι όταν λείπει η μαμά με αφήνεις να σκάβω το χώμα και να γεμίζω λάσπες από την κορφή ως τα νύχια!

Και αυτή η έντεχνη μετουσίωση γίνεται και με έναν άλλον τρόπο. Ο πατέρας είναι αυτός που μέσα από τα πιο κινητικά και ενεργητικά, σε σχέση με την μητέρα, παιχνίδια έρχεται για να μάθει στο παιδί του νέους τρόπους να διαχειρίζεται την απογοήτευση, τον θυμό και την οργή που έχει προκληθεί από την απαγόρευση που έχει ο ίδιος θέσει: επιτρέπει στο παιδί να τον παλέψει, να τον κάνει αλογάκι, να τον πληγώσει με ένα σπαθί ακόμη και να τον σκοτώσει. Του δίνει δηλαδή τον πραγματικό χώρο να επιτελέσει φανταστικά όλα όσα δεν τολμά και δεν πρέπει να κάνει επί του πραγματικού. Και ακόμη και αν χτυπήσει το παιδί, πάλι ο πατέρας θα πρέπει να είναι εκεί για να το παρηγορήσει:

‘Όταν χτυπάω με φιλάς τρυφερά και μου σκουπίζεις τα δάκρυα. ‘ Μην κλαις μωρό μου, θα περάσει’ μου λες γλυκά.

Μπαμπάκα σ’αγαπώ γιατί είσαι δυνατός σαν βράχος και τρυφερός σαν πούπουλο. Και νιώθω ασφάλεια όταν με παίρνει ο ύπνος στην αγκαλιά σου’

Αυτό σημαίνει να είναι κανείς πατέρας, να μπορεί την ίδια στιγμή να είναι και βράχος αλλά και πούπουλο.

Το να είναι κανείς πατέρας, δηλαδή, είναι μια μεγάλη τέχνη.

Αλλά υπάρχει και ένας άλλος τρόπος να γίνει αυτή η μετουσίωση. Ο πατέρας θα πρέπει να αναγνωρίζει στα παιδιά του αυτό το ίδιο το δικαίωμα τους να υπάρχουν ξεχωριστά από εκείνον. Να μην πέσει, δηλαδή, στην παγίδα που μπορεί να πέσει και η μητέρα. Να βλέπει τα παιδιά του από απόσταση και να αντέχει καθώς εκείνα δημιουργούν τη δική τους ζωή. Τι να αντέξει; Μα φυσικά τις ίδιες του τις ματαιώσεις. Το ότι το παιδί του μπορεί  να μη θέλει να γίνει δικηγόρος όπως εκείνος ή να παίξει ποδόσφαιρο όπως εκείνος ή να έχει τον σύντροφο ή τη σύντροφο που εκείνος είχε φανταστεί για το ίδιο. Να μπορεί ο πατέρας να το αντέξει αυτό και να το αποδεχτεί έχοντας και έναν δικό του χώρο να θρηνήσει τις χαμένες του προσδοκίες. Ίσως αυτό να είναι το πιο δύσκολο για έναν πατέρα, να αντισταθεί δηλαδή σε εκείνες τις ίδιες σειρήνες που τον οδήγησαν στο να γίνει πατέρας εξαρχής και που δεν είναι άλλες από την επιθυμία να εξασφαλίσει τη συνέχεια του εαυτού του, να διαιωνίσει το όνομά του, να συνεχίσει τη γενιά του.

Και να μη φοβηθεί ο πατέρας να κάνει λάθη, να χαλάσει αυτή την παντοδύναμη εικόνα που θέλει τα παιδιά του να έχουν για εκείνον. Ναι να είναι βράχος αλλά να τους αφήνει να δουν ότι είναι και πούπουλο. Ότι, δηλαδή, προσπαθεί για το καλύτερο μέσα σε όλα τα εμπόδια που μπορεί να του στήσει η ζωή. Ότι κάνει λάθη, ότι έχει παραλείψεις, ότι μπορεί να μην τα καταφέρει με τον τρόπο που υπολόγιζε. Αυτό που έχουν ανάγκη τα παιδιά από τον πατέρα είναι να διδαχθούν από το παράδειγμά του: ότι είναι εκεί, ότι αναλαμβάνει τις ευθύνες του και ότι δεν σταματά να προσπαθεί. Γιατί αν ο πρώτος πατέρας σταματούσε να προσπαθεί τότε κανένας άνθρωπος σήμερα δεν θα είχε καταφέρει να σταθεί στα δυο του πόδια. Θα ήμασταν ακόμη πίθηκοι.

Και κάτι ακόμα: Να μην ξεχνάει ο πατέρας ότι δεν είναι μόνο πατέρας αλλά και άλλα πράγματα. Είναι και σύζυγος, είναι και φίλος, είναι και επαγγελματίας, είναι και γιος, είναι και μπασκετμπολίστας και τόσα πολλά άλλα. Να επιτρέπει στον εαυτό του να είναι και άλλα πράγματα. Έτσι θα μπορέσουν και τα παιδιά του να είναι πολλά πράγματα και αυτά, να έχουν ευρύτητα και πλούτο στη ζωή τους και όταν σε κάποια φάση κάπου δεν πηγαίνουν καλά τα πράγματα να μπορούν να βρίσκουν το κουράγιο να συνεχίζουν αντλώντας το από όλα τα υπόλοιπα που μπορούν να είναι.

Και αν λείπει πολλές ώρες από το σπίτι λόγω της δουλειάς του ή αν χρειαστεί να μεταναστεύσει, όπως συμβαίνει πολύ συχνά στις ημέρες μας, ή αν χωρίσει με την μητέρα των παιδιών του να μην ξεχνά να τους θυμίζει ότι είναι η προτεραιότητά του: με ένα τηλεφώνημα, με ένα γράμμα, με μια αγκαλιά, με έναν ψίθυρο, με την ανάγνωση ενός βιβλίου, με το να καθίσει και να παίξει για λίγο. Και η μητέρα να μην ξεχνά να τον αναφέρει τον πατέρα σαν να είναι εκεί ακόμη και όταν εκείνος δεν μπορεί να είναι εκεί, ακόμη και όταν το θέλει πολύ.

Και αυτός τότε είναι ο πατέρας που θα δημιουργήσει την επιθυμία στο αγόρι του να ταυτιστεί μαζί του, να γίνει ένας μαχητής της ζωής παλεύοντας με σύνεση και δικαιοσύνη. Ένας ιππότης, δηλαδή. Από την άλλη αυτός είναι ο πατέρας που θα λειτουργήσει ως πρότυπο συντρόφου για την κόρη του.

Και ακόμη και όταν μεγαλώσουμε και ενηλικιωθούμε και είμαστε μακριά από τον πατέρα μας, είτε γιατί βρισκόμαστε σε άλλα μέρη, είτε γιατί εκείνος δεν μπορεί πια να είναι εκεί όπως ήταν λόγω της φθοράς που αφήνει στο σώμα του ο χρόνος, πάλι μαζί μας τον κουβαλάμε τον πατέρας μας. Παντού και πάντα. Γιατί από τη στιγμή που γεννιόμαστε μέχρι και τη στιγμή που ολοκληρώνουμε τη ζωή μας έχουμε πάνω μας την πιο σημαντική σφραγίδα: Είναι το όνομά μας. Το όνομα μας είναι η θέση μας στον κόσμο, η περιουσία μας, η κληρονομιά μας, η μαγική αυτή λέξη που έχει την ιδιότητα να ξεπερνά τον χώρο και τον χρόνο και να μας ενώνει με αυτούς που προηγήθηκαν, με αυτούς που είναι και με αυτούς που θα έρθουν. Είναι το παρελθόν μας, το παρόν μας και το μέλλον μας. Το όνομα, όπως έλεγε και ο Λακάν, είναι πάντα του πατρός. Ή όπως αλλιώς ρωτάνε καμιά φορά οι γιαγιάδες και οι παππούδες : ‘τίνος παιδί είσαι εσύ βρε;’ Και πόσο σημαντικό είναι το όνομα που φέρουμε να είναι εμποτισμένο με αναμνήσεις τρυφερές, με μάχες γλυκιές, με καυγάδες και με αγκαλιάσματα,  με έντεχνη ζωή, δηλαδή.

Ας επιτρέψουμε, επομένως, οι μητέρες στους πατεράδες να συμμετέχουν στο μεγάλωμα των παιδιών μας αλλά και οι πατεράδες ας απολαύσουν την τόσο σημαντική λειτουργία που επιτελούν γιατί η βαθύτερη επιθυμία κάθε παιδιού είναι σε όποια φάση της ζωής του και αν βρεθεί να μπορεί να πει περήφανα:

Σ΄ αγαπώ μπαμπά γιατί είσαι ο μπαμπάς μου!

( Η ομιλία όπως πρωτοακούστηκε στην εκδήλωση-αφιέρωμα στον πατέρα της Ένωσης Γονέων του Δήμου Άργους Ορεστικού, στις 15.06.2018)
Συντάκτης : Αλεξάνδρα Κόλκα

Η βία είναι σύμφυτη με το ανθρώπινο είδος, κομμάτι δικό μας, μέρος της εξέλιξής μας και της πορείας μας στον χωροχρόνο. Και η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλά είδη βίας, όπως η βία που ασκείται στα πλαίσια άμυνας ή η βία που ασκείται αθέλητα, όπως σε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου, η σωματική βία αλλά και η λεκτική βία που εκτείνεται από ωμές εκφράσεις μίσους και φθόνου, έως το κοτσομπολιό και το χιούμορ ή ακόμη πιο σύνθετες μετουσιώσεις φαντασιώσεων βίας που τις συναντάμε στην άσκηση επαγγελμάτων (όπως ο χειρούργος, ο αστυνόμος, ο ήρωας στρατιώτης κ.τ.λ.) (Σιδέρης, 2016).

Ωστόσο, από όλα τα είδη του πλανήτη, μόνο στον άνθρωπο παρατηρείται το φαινόμενο άσκησης βίας για ευχαρίστηση. Υπό αυτό το πρίσμα καλείται κανείς να δει το bullying την απόλαυση, δηλαδή, του κακού που σκόπιμα προξενεί κάποιος επιτιθέμενος σε στόχο πιο αδύναμο και με τρόπο συστηματικό, επαναλαμβανόμενο, με συνέχεια και διάρκεια. Και μάλιστα σε πλαίσιο από το οποίο ο στόχος της επίθεσης δεν μπορεί να ξεφύγει (τι να κάνει να σταματήσει να πηγαίνει σχολείο;) και γνωρίζοντας ότι για αυτή του τη συμπεριφορά ο επιτιθέμενος θα έχει και μια σειρά από απολαβές, όπως τον θαυμασμό των συνομηλίκων, την απόλυτη κυριαρχία, επικράτηση, δύναμη, καταξίωση (Σιδέρης, 2016).
Πώς φτάνει, όμως, ένα παιδί ή ένας έφηβος στο σημείο να αντλεί απόλαυση από ακραίες μορφές άσκησης βίας όπως αυτές για τις οποίες ακούμε και μαθαίνουμε ότι συμβαίνουν στα πλαίσια του σχολικού περιβάλλοντος; Ποιες είναι οι συνθήκες εκείνες που ευνοούν τη γέννηση τέτοιων «μικρών καθημερινών σαδιστών» ; (ας μου επιτραπεί ο όρος). Και τι είναι αυτό που βοηθάει, τελικά, στην αποτροπή εκδήλωσης τέτοιων βίαιων συμπεριφορών.
Μέσα στο ίδιο το άτομο ενυπάρχουν μια σειρά από συνθήκες οι οποίες βοηθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να εξημερώνουν και να αναχαιτίζουν αυτή την ροπή προς τη βία, τις σκέψεις  και τα συναισθήματα που σχετίζονται με αυτή. Συνθήκες που βοηθούν το άτομο να διαχειριστεί ισχυρά συναισθήματα (όπως το άγχος, ο φθόνος, η θλίψη κτλ) ή έντονες αποδιοργανωτικές εμπειρίες ώστε να λειτουργήσει με τρόπο κοινωνικά αποδεκτό και να διατηρήσει μια καλή εικόνα για τον εαυτό του. Δεν γνωρίζω πόσοι από εσάς έχετε ακούσει την λέξη άμυνα. Στην ψυχολογία ο όρος αυτός χρησιμοποιείται προκειμένου να αναφερθεί στους τρόπους που έχει το βρέφος να προσαρμόζεται στο περιβάλλον του και οι οποίοι εμπλουτίζονται καθώς μεγαλώνει και ακολουθούν το άτομο σε όλη την πορεία του. Κάποιες από αυτές είναι πιο πρωτόγονες ενώ κάποιες άλλες πιο εξελιγμένες, θα λέγαμε. Το πόσο εξελιγμένες είναι οι άμυνες που χρησιμοποιεί κανείς εξαρτάται από μια σειρά από παράγοντες όπως την ιδιοσυγκρασία του ατόμου, το πώς βίωσε την πρώιμη παιδική του ηλικία, τις άμυνες που διδάχθηκε από τους γονείς και τα υπόλοιπα σημαντικά πρόσωπα στη ζωή του καθώς και τις συνέπειες που βίωσε ως αποτέλεσμα της επιστράτευσης αυτών των αμυνών (McWilliams, 2000).
Τι συμβαίνει, λοιπόν, σε έναν παιδί ή έφηβο και καταλήγει να ασκεί βία σε κάποιον πολύ πιο αδύναμο επαναλαμβανόμενα και για ευχαρίστηση, αναμένοντας να αυξηθεί το κύρος του μεταξύ των συνομηλίκων του;
 Ανάγνωση πρώτη:
  • ‘Δεν σου το έχω πει να μην είσαι χάφτας; Να μην είσαι κοιμισμένος; Ρίξτου μια να δει πως είναι!’
  • ‘Τι είναι αυτά που λες στο παιδί ρε Γιώργο;’
  • ‘Σκάσε εσύ! Καλύτερα να τις δίνει παρά να τις τρώει! Έτσι κάνουν οι άνδρες!’
Ανάγνωση δεύτερη:
– ‘ Πόσες φορές σου έχω πει να μην μπλέκεσαι στα πόδια μου! Φύγε από μπροστά μου! Την ώρα και τη στιγμή που σε έκανα! Κοίτα να μη γίνεις και εσύ σαν την μάνα σου και φύγεις με τον πρώτο τυχόντα! Άχρηστη!
Όπως όλα στην  εποχή μας έτσι και το bullying έχει συνδεθεί με τον γενετικό παράγοντα. Πράγματι έρευνες καταδεικνύουν ότι άτομα που υιοθετούν αντικοινωνικές συμπεριφορές είναι από τη φύση τους πιο ενεργητικά, πιο αντιδραστικά και πιο επιθετικά από τον μέσο όρο. Αυτός όμως δεν είναι ο μόνος καθοριστικός παράγοντας καθώς καταλυτικής σημασίας είναι ο τρόπος με τον οποίο το ίδιο το περιβάλλον του ατόμου διαχειρίζεται και πλαισιώνει αυτή την έμφυτη τάση για αναζήτηση έντονων εμπειριών (Mc Williams, 2000).
Φαίνεται, επομένως, ότι άτομα που έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλοντα βίαια και τιμωρητικά, που έχουν αποστερηθεί τη συναισθηματική ζεστασιά είναι πιο επιρρεπή στο να υιοθετήσουν τέτοιες συμπεριφορές. Το πρωταρχικό μέλημα του κάθε παιδιού είναι να αγαπηθεί και να γίνει αποδεκτό από τους γεννήτορές του. Προϋπόθεση σε αυτό είναι το παιδί να νιώσει εμπιστοσύνη και ασφάλεια στο περιβάλλον που το γέννησε και το μεγαλώνει.  Όταν, όμως, ένα παιδί μεγαλώνει μέσα σε απειλές όπως ‘ξαναμίλα μου έτσι και θα δεις τι θα πάθεις!’, ή εκβιασμούς ‘ αν δεν φέρεις καλό βαθμό μην ξαναγυρίσεις στο σπίτι’, όταν ένα παιδί γίνεται ο αποδέκτης ακραίας σωματικής και ψυχολογικής βίας από τα πιο κοντινά του πρόσωπα, ή είναι παρατηρητής φαινομένων βίας ανάμεσα στα μέλη της οικογένειάς του τότε βιώνει έντονο φόβο, ταπείνωση, έλλειψη προστασίας, εγκατάλειψη και απόρριψη. Για το άτομο αυτό ο κόσμος είναι απειλητικός. Έτσι βιώνει και το σχολικό πλαίσιο όπου έρχεται για να παίξει και να ξαναπαίξει τα σενάρια που ήδη ζει στο σπίτι. Είναι δικά του τα κομμάτια που αναγνωρίζει στο ‘ θύμα’, με το δικό του εσωτερικό αίσθημα αδυναμίας ‘παίζει’, αυτό είναι που προσπαθεί να νικήσει. Όσο πιο πολύ ασκεί βία τόσο περισσότερο νιώθει έναν παντοδύναμο έλεγχο, που έρχεται να αντιρροπήσει το δικό του εσωτερικό αίσθημα ανασφάλειας (ibid, 2000).Την ίδια στιγμή, όμως, είναι και φθόνο που βιώνει. Φθόνο καταστρεπτικό απέναντι σε αυτούς που έχουν αυτά που το ίδιο αναζητά, όπως οι καλοί βαθμοί, ένα ήρεμο σπιτικό, η αποδοχή. Δεν είναι τυχαίοι οι στόχοι!
Σε τέτοια περιβάλλοντα κάθε έκφραση φυσιολογικού συναισθήματος αποτελεί ένδειξη αδυναμίας και ευαλωτότητας. Ο λόγος δεν χρησιμοποιείται για εκφραστικούς και επικοινωνιακούς σκοπούς αλλά για την άσκηση ελέγχου, για να κυριαρχήσει απέναντι στη συμπεριφορά των άλλων (ibid, 2000).  Επομένως, πώς μπορεί να αγαπήσει κανείς αν δεν έχει αγαπηθεί; Πώς να συναισθανθεί αν δεν υπήρξε ποτέ κανείς εκεί για εκείνον/η ή που και αν υπήρξε αυτό συνέβη μόνο μέσα από την πρόκληση πόνου;
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν περιβάλλοντα λιγότερο χαοτικά και ταραχώδη από τα παραπάνω, τα οποία, ωστόσο, επενδύουν στην ισχύ του παιδιού και του στέλνουν μηνύματα πως η ζωή δεν θα πρέπει να θέτει περιορισμούς στο δικαίωμα του να ασκήσει την έμφυτη κυριαρχία του στους άλλους. Καμία ανοχή για το άλλο, το ‘ ξένο’ το διαφορετικό. Απεναντίας, αυτό που ισχύει είναι η αδιαμφισβήτητη υπεροχή της δικής μας μιας και μοναδικής αλήθειας. Συχνά παραδείγματα αποτελούν ακραίες αντιδράσεις ενηλίκων απέναντι στους εκπαιδευτικούς των παιδιών τους  (‘ Ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Πώς τολμάς; Το δικό σου παιδί έχει πρόβλημα όχι το δικό μου’) ή σε άλλα παιδιά (‘Δεν έχει καμιά δουλειά στο σχολείο του γιου μου αυτός!’, ‘ Τι τα κουβάλησαν και αυτά εκεί; Ποιόν ρώτησαν;’) (ibid, 2000).
Και φυσικά, πέρα από το άμεσο περιβάλλον του παιδιού, υπάρχει και το ευρύτερο, η κοινωνικοπολιτισμική μας πραγματικότητα. Τα τριάντα, περίπου, τελευταία χρόνια το μοντέλο που επικράτησε στη χώρα μας ήταν αυτό του άκρατου καταναλωτισμού, του καταναλωτικού ναρκισσισμού, το ‘έχω άρα είμαι’ ή αλλιώς το για να ‘είμαι πρέπει να έχω’ και επομένως προκειμένου να ‘είμαι, πρέπει να έχω με κάθε τρόπο’. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο που όλο και πιο πολύ εκλείπουν αξίες όπως αυτές του ιπποτισμού, του fair-play αλλά που τα υλικά αγαθά έρχονται να τροφοδοτήσουν την ανταγωνιστικότητα και την επιθετικότητα, να ενισχύσουν τη λογική του νόμου του ισχυρού, της ασπλαχνίας απέναντι στον αδύναμο  όπου στο τέλος ο νικητής τα παίρνει όλα, μαζί και τον θαυμασμό όλων, ακόμη και των ίδιων των ηττημένων (εξού και το ‘καλύτερα να δίνεις παρά να τις τρως!’) είναι απορίας άξιο το πόσο πολύ παραξενευόμαστε εμείς οι ενήλικες για τις διαστάσεις των φαινομένων τύπου bullying (Σιδέρης, 2000).
Προφανώς και δεν είναι δυνατόν να εξαντλήσει κανείς τις αιτίες ενός τέτοιου φαινομένου μέσα σε λίγες γραμμές. Είναι, ωστόσο, πρόθεση μου να αναλογιστούμε, σχετικά με την δική μας ευθύνη, και όταν λέω δική μας εννοώ την ευθύνη των ενηλίκων, απέναντι στα ίδια τα παιδιά και να πάρουμε θέση στο εξής ερώτημα:
Υπάρχει περίπτωση αυτός ο οποίος είναι θύτης στο σχολικό πλαίσιο να είναι θύμα στο ίδιο ή σε άλλα πλαίσια; Και αν, ναι, ποια είναι τότε η δική μας ευθύνη;
Θα πρέπει να αποφασίσουμε και να πράξουμε αναλόγως και όχι σαν άλλοι βουβοί παρατηρητές να σιωπήσουμε.
 Αλεξάνδρα Κόλκα
Ψυχολόγος, Διδάκτωρ του London School of Economics and Political Science
(Απόσπασμα ομιλίας στα πλαίσια της επιστημονικής συνάντησης ‘Σχολικός εκφοβισμός κι αποτελεσματική αντιμετώπισή του’ που διοργανώθηκε από τους Μικρούς Εξερευνητές , 12 Μαρτίου 2017)




 Μέσα από τις σελίδες του παρόντα ιστότοπου μπορείτε να ενημερωθείτε για την επαγγελματική μου κατάρτιση και τη δουλειά μου ενώ θα βρείτε και πληροφορίες σχετικές με θέματα που αφορούν στην ψυχική υγεία. 

Η αγάπη μου για το παιδικό βιβλίο είναι αποτυπωμένη παντού καθώς για μένα αποτελεί μια ευκαιρία συνάντησης, έναν μαγικό τρόπο να συνταξιδέψει κανείς με το παιδί του σε κόσμους μαγικούς αλλά και συγκινητικά αληθινούς προσφέροντας έναν κοινό τόπο και χρόνο για να γελάσουμε, να κλάψουμε, να μοιραστούμε σκέψεις, να διηγηθούμε και να αναδιηγηθούμε και να απαντήσουμε σε ερωτήματα.

Ακόμηόμωςκαι αν διαβαστεί από έναν ενήλικα σε στιγμή ιδιωτική το παιδικό 
 βιβλίο δίνει τη δυνατότητα σε συναισθήματαβιώματα και ιδέες να γίνουν λόγια για εκείνες τις στιγμές που οι λέξεις μας λείπουν……  

Καλή περιήγηση!